Κυριακή 11 Απριλίου 2010

Λεξιλαγνεία: μπούμερανγκ τα ταμπού

του Άλκη Γαλδαδά


Μπούμερανγκ. Μια λέξη που έπαιξε πολύ αυτές τις ημέρες. Και πώς να μην παίξει αφού ένα γεμάτο πιστόλι αντί να γίνει επιθετικό όπλο έγινε «μπούμερανγκ» άλλου είδους που γύρισε και  χτύπησε κατακέφαλα τον ιδιοκτήτη του. Γενικά υπάρχει μια σύγχυση για την κατασκευή αυτή. Πάει ευθεία ή επιστρέφει; Η απάντηση είναι: εξαρτάται για ποιο σκοπό χρησιμοποιείται. Υπάρχουν λοιπόν τα μπούμερανγκ που ακολουθούν πορεία μέχρις ένα συγκεκριμένο στόχο, που για τους ιθαγενείς της Αυστραλίας, στη Νέα Νότια Ουαλία όπου γεννήθηκε η λέξη και γύρω στο 1770 καταγράφτηκε μαζί με άλλες, από τον Κουκ, μπορούσε να είναι ένας λαγός ή κάποιο άλλο φαγώσιμο θήραμα. Και η χάρη του για τους μάστορες του είδους έφτανε και τα 200 μέτρα, πολύ μακρύτερα δηλαδή από ένα ακόντιο. Υπάρχει όμως και το μπούμερανγκ που επιστρέφει στα χέρια του χειριστή του αφού διαγράψει μια κλειστή τροχιά. Αυτό το χρησιμοποιούσαν στο κυνήγι πουλιών. Καθώς αυτά ήταν στο έδαφος ίσως για να πιούν λίγο νερό, περνώντας επάνω από τα κεφάλια τους τα έκανε να νομίζουν ότι κάποιο αρπακτικό τα υπονόμευε και εκείνα ξεσηκωνόταν αλλά σε χαμηλή πτήση οπότε έπεφταν επάνω σε απλωμένα δίχτυα. Άνοιγαν μάλιστα και μια τρύπα στο κέντρο, που δημιουργούσε ένα χαρακτηριστικό θόρυβο για να είναι ακόμη πιο πειστική η πτήση του δήθεν «αρπακτικού». Σε καμμία περίπτωση πάντως δεν ισχύει αυτό που νομίζουν μερικοί ότι το πετάς, χτυπάει το στόχο και επιστρέφει στα χέρια σου. Μόνο ο Χάρι Πότερ ή  κανένας από τους πολιτικούς μας μπορεί να καυχηθεί για κάτι τέτοιο.
Ταμπού. Άλλη μια λέξη στην κυκλοφορία αυτό τον καιρό. Είναι ταμπού να μιλάς για το να ξαναγυρίσουν πίσω τα κλεμμένα. Είναι ταμπού να αναρωτιέσαι πώς θα (ξε)πληρώσεις τα χρέη του δανείου σου στην Τράπεζα. Είναι δηλαδή απαγορευμένο να ρωτάς πώς θα τα βγάλεις πέρα. Στη γλώσσα των ιθαγενών στα νησιά Τόνγκα, κοντά στην Αυστραλία, σήμαινε τα αντικείμενα που έβαζαν στην άκρη και είχαν δικαίωμα να τα χρησιμοποιούν στις διάφορες τελετές μόνον προύχοντες και ιερείς. Καταγράφτηκε από τον Τζέιμς Κουκ και έφθασε μέχρι τη Δύση όπου πλέον σημαίνει κάθε είδους απαγορευμένο, θέμα, πρόσωπο, κατάσταση.
Cleptocrats. Το είδα σε κάποιο άρθρο αγγλικού περιοδικού, μαντέψτε για ποιους ήταν γραμμένο και έμεινα έκπληκτος πώς πέρασε αυτός ο τόσο ελληνοπρεπής σχηματισμός σε μια ξένη γλώσσα. Μπορούμε λοιπόν να το εισάγουμε και εμείς σαν αντιδάνειο πλέον από τη Δύση, bon pour l’ orient, για να χαρακτηρίζουμε συλλήβδην κάποιους εκλεκτούς (συμ)πατριώτες, off shore και on shore.
Κιργιζστάν. Η πατρίδα του Τσινγκίζ Αϊχμάτοφ, των 3.800.000 ψυχών, ανάμεσα σε Κίνα και Καζαχστάν, που μας απασχόλησε τις προηγούμενες ημέρες. Το –σταν είναι εύκολο. Σημαίνει στις γλώσσες τις περιοχής τη «χώρα των». Μας μένει το  Κιργιζ-. Άλλοι λένε ότι το όνομα της η χώρα το πήρε από σαράντα φυλές που την αποτελούσαν κάποτε και επειδή στις τουρκογενείς γλώσσες της περιοχής «κιρκ» σημαίνει σαράντα λέγεται ότι μπορεί από εκεί να βγαίνει το Κιργίζ. Οι ντόπιοι προτιμούν να πιστεύουν ότι βγαίνει από μια παλιά ρίζα που σημαίνει τον «αθάνατο», όποιον δεν μπορούν ν τον εξαφανίσουν. Ας ελπίσουμε ότι αυτό θα συμβεί και τώρα στην εξωτική αλλά και πολύπαθη χώρα του Κιργιζστάν.
Εχθές. Κόκκινη κάρτα σε όποιον το λέει ή το γράφει έτσι. Χωρίς έψιλον είναι το σωστό και μόνο αυτό. Χθες, χθες, χθες. Η Ελλάδα του χθες (όχι του εχθές) δεν λέμε; (άσχετα αν το ε μπορεί να ισοδυναμεί με ένας αναστεναγμό  ότι κάθε χθες είναι πλέον κάπως καλύτερα).


Ανακτήθηκε από http://www.protagon.gr

Add To Facebook Add To Twitter Add To Yahoo Add To Reddit Fav This With Technorati Add To Del.icio.us Digg This Stumble This
blog comments powered by Disqus