Παρασκευή 7 Μαΐου 2010

Ο ελληνικός γάμος.. καλά κρατεί

Η σχετικά έντονη “γαμηλιότητα” των Ελληνίδων, φαίνεται πως διαφοροποιεί τους ελληνικούς σε σχέση με τους γάμους άλλων ανεπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών, όσον αφορά στη σύσταση και διάλυσή τους και τους κάνει να παραμένουν σχετικά σταθεροί.

Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε ο καθηγητής το τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης στο πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Βύρωνας Κοτζαμάνης, οι ελληνικοί γάμοι καλά κρατούν, όταν στις περισσότερες από τις ανεπτυγμένες χώρες της ηπείρου μας, μετά το 1990, σημειώνονται ριζικές ανακατατάξεις με αποτέλεσμα ο θεσμός του γάμου και της έγγαμης συμβίωσης να δέχεται έντονες πιέσεις.

Ειδικότερα, ο συγχρονικός δείκτης γαμηλιότητας (γυναίκες – πρώτοι γάμοι) κυμαίνεται ακόμη (1997-2006) στους 60-70 γάμους ανά 100 γυναίκες (με εξαίρεση τα δίσεκτα έτη), παραμένοντας από τους υψηλότερους στην ΕΕ.

Εν τούτοις οι πρώτες ενδείξεις έχουν ήδη εμφανισθεί : η πτώση της μέσης ηλικίας στο γάμο τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες έχει ανακοπεί και από το 1983 και μετά οι προσερχόμενοι για την τέλεση ενός πρώτου γάμου είναι 1-2 μήνες κατ’ έτος μεγαλύτερης ηλικίας αυτών της προηγούμενης χρονιάς.

Ακόμη, ο συγχρονικός δείκτης ακολουθεί πτωτική πορεία και οι γενεές που έχουν γεννηθεί στην πρώτη μεταπολεμική περίοδο, πριν το 1952, αρχίζουν να έχουν φθίνουσα τελική γαμηλιότητα.

Παρ’ όλα αυτά, οι διαφορές που μας χωρίζουν από τις λοιπές χώρες-μέλη της Κοινότητας είναι σημαντικές:

90-95 στις 100 Ελληνίδες, που γεννήθηκαν ανάμεσα στο 1959 και το 1968, θα συνάψουν έναν πρώτο γάμο, όταν στην Σουηδία το 30-40% των γυναικών που γεννήθηκαν την ίδια δεκαετία θα μείνουν άγαμες. Στη δε Γαλλία, τη Φιλανδία, την Αυστρία, τη Γερμανία το αντίστοιχο ποσοστό κυμαίνεται στο 25-30%.

Ταυτόχρονα, όμως, όπως και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, οι Ελληνίδες των διαδοχικών γενεών συνάπτουν ένα πρώτο γάμο όλο και σε μεγαλύτερη ηλικία : αν οι γυναίκες, που γεννήθηκαν στη χώρα μας στο μεσοπόλεμο παντρεύονταν για πρώτη φορά γύρω στα 25,5 έτη και εκείνες που γεννήθηκαν την δεκαετία του 1950 γύρω στα 23,5 έτη, οι νεότερες γενεές, που γεννήθηκαν λίγο πριν από τα τέλη της δεκαετίας του ‘ 70, συνάπτουν τον πρώτο γάμο τους σε ηλικία 24,5 ετών και η ανοδική αυτή τάση δεν αναμένεται να ανακοπεί σύντομα.

Το ίδιο ισχύει, αναφέρει ο κ. Κοτζαμάνης και όσον αφορά στη διάλυση των έγγαμων συμβιώσεων. Και στο θέμα αυτό, ο ευρωπαϊκός νότος δέχεται τους μακρινούς απόηχους της γενικευμένης κρίσης των έγγαμων συμβιώσεων, όπως διαφαίνεται από την πορεία των συγχρονικών δεικτών.

Και εδώ, όμως, οι διαφορές είναι σημαντικές ανάμεσα στην Ελλάδα και στις λοιπές δυτικό-ευρωπαϊκές και βόρειο-ευρωπαϊκές χώρες.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’60, η Ελλάδα με 5 έως 6 διαζύγια ανά 100 γάμους (συγχρονικός δείκτης διαζυγίων) τοποθετείται μαζί με τις άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου ανάμεσα στις χώρες της (τότε) EE15 (αλλά και της λοιπής Ευρώπης) με τη χαμηλότερη διαζευγιμότητα.

Μια τεσσαρακονταετία σχεδόν αργότερα, παρόλο τον τριπλασιασμό των τιμών του δείκτη (12 έως 14 διαζύγια/100 γάμους το 2000 – 2003) η χώρα μας συνεχίζει να κατέχει ακόμη μια από τις τελευταίες θέσεις ανάμεσα στις παραπάνω χώρες (αλλά και ανάμεσα στις λοιπές χώρες της ηπείρου μας).

Είναι δε χαρακτηριστικό ότι, στους 100 γάμους που πραγματοποιήθηκαν στις αρχές του 1960 στη χώρα μας, 45 χρόνια αργότερα μόλις 6-8 έχουν διαλυθεί, όταν στη Δανία και στη Σουηδία έχει διαλυθεί το 1/3 και στη Γαλλία, Ελβετία και Αυστρία το 1/6 έως το 1/5.

Αντίστοιχα, στους 100 γάμους που συνάφθηκαν στην Ελλάδα γύρω από το 1970 οι 12 αναμένεται να οδηγηθούν σε διαζύγιο, όταν στη Δανία και στη Σουηδία την κατάληξη αυτή θα έχουν πιθανότατα οι 40, και στη Γαλλία, την Αυστρία, την Γερμανία και Ελβετία οι 25 – 30.

Ανακτήθηκε από http://www.cosmo.gr

Add To Facebook Add To Twitter Add To Yahoo Add To Reddit Fav This With Technorati Add To Del.icio.us Digg This Stumble This
blog comments powered by Disqus